Παρασκευή 9 Νοεμβρίου 2007

a "shoot the dog" story: "Generous Figures"

1

Ο Ζακ είχε αποσυρθεί σε ένα από τα πολλά δωμάτια του μπουρδέλου. Στο δυτικό τομέα, οι οίκοι ανοχής ήταν μακρόστενες διώροφες πανσιόν με τις κοπέλες βγαλμένες στα παράθυρα γυμνές να χώνουν μικροαντικείμενα, μπετούγιες και πλαστικά μέσα στα άρρωστα μουνιά τους στέλνοντας φιλάκια στους άθλιους περαστικούς του Τομέα που συχνά αυνανίζονταν και πάνω στο πεζοδρόμιο με ολόρθες ψωλές που σημάδευαν τα παράθυρα. Στράγγιζαν τα χύσια τους όσο πιο κοντά μπορούσαν στα κορίτσια φωνάζοντας πάρτα βρώμα, και έφτυναν με νόημα κάτω, πολλές φορές και στη μούρη της κοπέλας αν μπορούσαν να τη φτάσουν και έφευγαν με το πουλί τους να στάζει ακόμα χύσι τρέχοντας να γλυτώσουν από κανένα μπράβο, που στο εντωμεταξύ είχε ξεπηδήσει μέσα από κάποιο μπουρδέλο για να σακατέψει όποιον έπιανε στα χέρια του. Όσοι είχαν λεφτά, ή καμιά καλή ποιότητα πρέζας, έμπαιναν μέσα για να πηδήξουν αλλά αυτοί ήταν λίγοι και κατά κανόνα προτιμούσαν παιδάκια, καθαρά από τη νόσο του Καλιγούλα και αγορασμένα από τον βορειοανατολικό τομέα προκειμένου να ξεσκιστούν όσο αντέχουν μέχρι να σβήσουν πάνω σε κάποιο κρεβάτι ή ακόμα και σε γυμνά τσιμέντα από αφόρητα πολλαπλά γαμήσια και συνεχείς αιμορραγίες. Καθημερινά, αποστεωμένα μικρά κορίτσια και αγόρια έβγαιναν σε τσουβάλια μέσα από τους οίκους ανοχής του Συμπλέγματος και θάβονταν σε ομαδικούς τάφους, μακριά, έξω από την περιφέρεια του Α. Σ.

-Xαμηλό κοκκινωπό φως-μυρωδιά από χυμένο γάλα πάνω σε καστόρι- μοκέτα πυρωμένη από σόμπα και τσίχλα κολλημένη ζεσταμένη λιωμένη και πετρωμένη – κουνούπια υπνωτισμένα στις τέσσερις γωνίες του ταβανιού σε αναμονή με δύο κόκκινα λαμπιόνια για μάτια - περιμένουν το ρεύμα να κυλήσει στις φλέβες τους το μήνυμα της πείνας- σωρός από χαμόκλαδα και φτερά κότας για στρώμα- μοτεράκι γεννήτριας- λάμπες κατακρεουργημένης πυρακτώσεως- αφροδισιακά βότανα μέσα σε καυτές χύτρες- ηλεκτρονικές πλακέτες σε φόντο έργου τέχνης στον τοίχο- πάπυροι ζωροαστρικού τυπικού για λαδόκολλα κάτω από ένα σκουληκιασμένο πιάτο-ηλεκτρική διάχυση μόλυνσης από μπλου λάητ φεγγίζει τα δόντια του Ζακ και του σκύλου στα πόδια του- μικροσκοπικοί αρουραίοι μασουλάνε σιρίτια της πολυθρόνας-στη μέση του δωματίου πορφυρογεννιέται η μελαγχολία του- παραιτημένος από τη ζωή πάνω στην κλεμμένη από βίλα πολυθρόνα του-

Τυλιγμένος στα πόδια του ο μονόφθαλμος σκύλος φοβερίζει τους αρουραίους. Πειρατική καλύπτρα σκεπάζει το τρυπημένο του πρόσωπο. Τα ποντίκια σκορπίζουν, ο σκύλος γλείφει τα αρχίδια του, ο Ζακ τα ούλα του. Ήταν σπινταρισμένος.»Μείναμε οι δυό μας παλιόφιλε» μουρμούρισε παίζοντας το περίστροφο στα ακροδάχτυλά του. «Εγώ κι εσύ..[…].εσύ..κι εγώωωω..», ξανάπε, «εσύ μ’εσένα...[...].και γώ με...μένα...»
Μπροστά του, στον απέναντι τοίχο, ένα τεράστιο άστρο του Δαυίδ σε σημαία από σουφλιώτικο μετάξι, σε μικρό κομοδίνο πάκος από ιστορικά περιοδικά και ένθετα μαγκαζίνα, τα περισσότερα με τη μουρή ενός αναψοκοκκινισμένου Μπεν Γκουριόν σκαρφαλωμένου στην κορυφή του Σινά να στήνει αυτί τεντώνοντας το λαιμό του προς τα σύννεφα, ενός Σαρόν γερασμένου μέσα στη μισοσκότεινη Κνεσέτ να κάνει την καλύτερη μίμηση του Μάρλον Μπράντο στο Νονό, και ενός Αραφάτ με ένα πιθηκάκι στους ώμους φωτογραφημένος στα στούντιο του αμερικάνικου Τζέπαρντυ να κρατάει ένα αεροπορικό εισιτήριο της Λουφτχάνσα και μια τεράστια δωροεπιταγή με πολύχρωμη μπορντούρα από ζωγραφισμένες σκηνές μάχης της Φατάχ κατά την άλωση της Τροίας, και συγκρούσεις πολεμιστών με τεράστιες ασπίδες και περικεφαλαίες με χαίτη από κόμπους αραβικής μαντήλας.
Ένας βωμός με μισολιωμένα κεριά γύρω από μια φωτογραφία του πατέρα του με λιμενεργάτες στη Θεσσαλονίκη, και ένα απλωμένο περιδέραιο της Μεγάλης Αικατερίνης της Ρωσίας, μαζί με τη διαθήκη του Μέγα Μάγιστρου, Ισαάκ Λεβί.
Ο Βέλλας Παπαχάρδας είχε φτάσει στα ίχνη του. «Εγώ κύυυριεε, έχω αποκωδικοποιήσει τη συνωμοσία του Στίιιιγμα, τη συνωμοσία του Θηρίιιιου...»-Η διαθήκη του Ισαάκ Λεβί κατέληγε : "θα προσαρμοστείς με κάθε κόστος...Η ανατροπή του συστήματος του 1814, εξαφάνισε τα τελευταία καταφύγια μελέτης των ταγμάτων...οι στοές μας εκφυλίστηκαν σε φιλανθρωπικούς οργανισμούς για καθυστερημένα με πτυχίο νομικής...,[...] και βέβαια στο μέλλον οι μάγιστροι θα κλειδώνονται στα πέντχάους του Μανχάταν και του Λυκαβητού, στις αίθουσες εταιρικών συμβουλίων με σαμσονάητ βαλίτσες να συζητούν για το άγιο Δισκοπότηρο..."- «και εγώ κατέληξα εδώ...»- σκέφτηκε ο Ζακ-.
Βούτηξε το χέρι του σ’ ένα κουβά λάδι. Χάιδεψε απαλά τα τοιχώματα κυκλικά και σηκώνοντας τη χούφτα του μισογεμάτη πασαλείφτηκε στο πρόσωπο. Μετά στον λαιμό, στην πλάτη...Αρωματικά βότανα βρασμένα στη γκαζιέρα γέμιζαν το δωμάτιο παραλυτικούς υδρατμούς. Χαμηλή μουσική από αιρετικές τελετουργίες ινδιάνων του ισημερινού διασκευασμένες από τους Νεωτεριστές Καλλιτέχνες του Συμπλέγματος πλημμύριζε το δωμάτιο με ελονοσία και βακτηριακές λοιμώξεις μαυρισμένων ιθαγενών με καγιάκ στον υπόνομο του πλανήτη.
JUDAS OF THE URBAN COMPLEX, η τοτεμική θρησκεία των υπονόμων, με τον μονόφθαλμο σκύλο πάνω σε ιστιοσανίδα να σκίζει τα λύμματα του Α.Σ. κάνοντας καλιφορνέζικα τσαλίμια ανάμεσα σε αποσυντεθειμένα κουφάρια των νεκρών της νόσου του Καλιγούλα.
2
Παρακάτω, στο τέρμα του δρόμου, οι μπράβοι του Καπρί-Τζουτζέ διάβαζαν το de rerum natura του Λουκρήτιου πίνοντας αρωματισμένα τσιγάρα από την Εταιρεία Ανατολικών Ινδιών με τη συνοδεία αχνιστού τζίνσενγκ που θόλωνε ένα μικρό μονόκλ στηριγμένο σε μία διαμαντένια αλυσίδα από μικροσκοπικά ζάρια που άστραφτε στο προφίλ. Τελετουργίες σε σκοτεινά διαμερίσματα σιαμαίων πολυκατοικιών ανέδιναν οσμές από ανίερο θυμίαμα ανακατεμένο με μυρωδιά βρασμένου κρέατος. –τζούνγκαλάκατα, τζούνγκαλάκατα, κάρπε θιέρις, τέρε τζουλάνγκιλε παραφυσιόνις- Στο πεζοδρόμιο, γυάλινες πλάκες, κάτω από τις οποίες βρίσκονταν ταριχευμένα ερπετά του νησιωτικού συμπλέγματος του Α.Σ. Το μικρό τους δαχτυλάκι πεταγόταν επιδεικτικά σε κάθε τελετουργική ρουφηξιά του αρωματικού τους αφεψήματος, ενώ κάθε τόσο έσφιγγαν νευρικά την κοιλότητα του ματιού τους για να μην πέσει το μονόκλ στο πορσελάνινο φλιτζανάκι με τους κινέζικους δράκους, λεπτομέρεια που έδινε στη σκηνή μία αποικιακή αύρα μες στη μέση του αστικού συμπλέγματος το οποίο εντούτοις βρωμούσε από τις παραπεταμένες απεργίες των εργαζομένων στην Συντήρηση Αστικού Περιβάλλοντος. Στα πόδια των μπράβων του Καπρί-Τζουτζέ αρουραίοι με μωβ κηλίδες ξέσκιζαν το σάπιο κουφάρι μιας πατημένης γάτας. Οι γυάλινες προθήκες του πεζοδρομίου με τα ταριχευμένα αμφίβια έμοιαζαν να συνεχίζουν στο άπειρο. Ο δρόμος ενώ τελείωνε σε μισό χιλιόμετρο, τα ταριχευμένα σε θλιβερά ενσταντανέ τέρατα αιωρούνταν σε ευθεία γραμμή πάνω από τον δρόμο μέχρι τον ορίζοντα και μακριά μέχρι το ηλιοβασίλεμα. Η πόλη διπλωνόταν σε θλιβερές πτυχώσεις, ανοιγόταν μέρα με τη μέρα. Έσπαγε το κυτταρικό της συνεχές αφήνοντας αστικές ραγάδες. Ο ουρανός από πάνω τους έμοιαζε με σκουληκισμένο τσιγαρόχαρτο που σκεπάζει μία μπαγιάτικη πληγή. Οι μπράβοι κάθονταν ακριβώς πάνω σε μία τέτοια πληγή, σε ένα νέο σκίσιμο της πόλης. Υποψία οσμής θειαφιού, μυρωδιά ασβεστίου, καρβουνίλα, μυρωδιά από ανακατεμένο φρέσκο κοκκινόχωμα.
_Ρε μαλάκα, καταλαβαίνεις τί γράφει εδώ πέρα, είπε ο ένας, σκουπίζοντας το στόμα του με το μανίκι του σακακιού του, έχω ζαλιστεί με το ολο κλίμα...
_Κοίτα...αν και όχι ειδήμων, θα ήταν ασφαλές πιστεύω αν έλεγα ότι καταφέρνει ένα καίριο χτύπημα στην εξουσία του καιρού του, δεδομένου βέβαια ότι....
_Είναι άλλωστε και το ζήτημα των θεών στη μέση συνάδελφε...δεδομένου βεβαίως ότι...
_Και συνεπαγομένου βεβαίως του...ας μην ξεχνάμε και τί διακυβεύεται...
Ο Λιουμπίσα τους διέκοψε. Το κωλαράκι του ήταν μουσκεμμένο στο αίμα και τους πλησίασε περπατώντας σαν να ήταν συγκαμμένος
_Τί θές ρε ; Δεν βλέπεις ότι μιλάμε; Ποιός σε γάμησε και είναι ο κώλος σου έτσι;
_Στον ανοίξανε για τα καλά, ε Λιουμπίσα ; είπε ο άλλος, τραβώντας αδιάφορα μία ακόμη γουλιά απ’το φλιτζάνι.
Το παιδάκι τους κοίταξε σαστισμένο. Δεν καταλάβαινε γρί. Εγκώ πήρε παγωτό, είπε μόνο και έγλειψε τo μουστάκι της ξεραμένης σοκολάτας πάνω απ’τα χείλια του.
_Κατάλαβες συνάδελφε, πέταξε με νόημα ο ένας.
_Σαπίλα σου λέω ρε, είπε κι ο άλλος, άντε Λιουμπίσα το μπούλο γιατί έχουμε ανάλυση εδώ για τον Λουκρήτιο...

Και της είπα, αν έχουν χαθεί και τα μισθολόγια, τότε δεν θα σας αναγνωρίσουμε κανένα, ούτε και τα ανακεφαλαιωμένα, και μου είπε όχι δεν γίνεται, τα ανακεφαλαιωμένα είναι ανακεφαλαιωμένα, δεν τα χετε πια εσείς έχουν φύγει για τα κεντρικά από χρόνια...δεν γίνεται να μου μιλάτε για τα ανακεφαλαιωμένα, και της είπα, κοιτάξτε...σίγουρα πάντως να έχετε υπόψην σας ότι δεν αναγνωρίζουμε αυτά των υπερωριών, ή αυτά που είναι κολλημένα στον επόμενο μήνα ξεπερνώντας το όριο...αυτά ειδικά με τίποτα...και τί μου λέει, ότι ένας εξυπνάκιας από το άλλο γραφείο της είπε ότι αν κάνει προσφυγή θα τα πάρει, πάντα τα παίρνουν με την προσφυγή κι αυτή καλά θα κάνει να κάνει το ίδιο...δηλαδή εδώ υπάρχει εμφανώς μία...εεμ..ασυμμετρία..αν καταλαβαίνεις πού το πάω...εεμ σε κλείνω τώρα γιατί πλάκωσε δουλειά...επικοινώνησε εσύ, εεμ...γκουχ, γουχ από το...κανάλι ασφαλείας...ναι, των..εσωτερικών,εεεμ...εκπομπών...

_»Μία πρέζα, ένα παγωτό, ντύο πρέζες, ντύο παγωτά»..φώναξε ο Λιουμπίσα, κουνώντας τους τα δάχτυλα της μικρής του παλάμης καθώς απομακρυνόταν.
«Μάζεψε τις καρέκλες και πάμε πάνω να το πούμε στο αφεντικό».
Ανέβηκαν τις σκάλες μέσα από σωρούς ψηφοφόρων στιβαγμένων σε σκουριασμένα ράντζα που ανέμιζαν με σκελετωμένα χέρια πιστοποιητικά συγγένειας με τον Καπρί-Τζουτζέ. Κουτσοδόντες τσιγγάνες έσκιζαν με τα χέρια τους φαφούτηδες δημητσανιώτες γέρους που κατείχαν τίτλους ιδιοκτησίας γαιών με σφραγίδες της τοπικής δημογεροντίας. Μωρά βαφτισμένα από τον προπάππου του Καπρί-Τζουτζέ πετούσαν μελάνι μέσα από τα πλοκάμια που είχαν για χέρια και έξυναν με τα λέπια τους τον σοβά του τοίχου σκίζοντας χαμογελαστές αφίσες του κόμματος. Μέσα σε μία βούρκα από εμετούς και πλάι σε δοκιμαστικούς σωλήνες όπου ανέπτυσσαν με σατανικό μυαλό τα νέα δηλητήρια της χιλιετίας με βάση τα σωματικά τους υγρά, τα νόθα τέρατα του πολιτικού γαμίκουλα Χοακείμ-Τζουτζέ μπουσουλούσαν μασουλώντας τα κάγκελα της σκάλας με τα πριονωτά τους δόντια και τρομοκρατούσαν όποιον τολμούσε να περάσει από μπροστά τους αν δεν δεχόταν να τον χαιδέψουν, πολλές φορές και να θηλάσουν αν ήταν γυναίκα, ικανοποιώντας τις διεστραμμένες αλλά συνάμα τόσο ανθρώπινα πραγματικές ανάγκες τους, αυτά τα εφιαλτικά μωρά-ερπετά ηλικίας διακοσίων ετών.
Αρχηγός τους ήταν ο Ιούλιος Κονιορτώ, το μισό σώμα του οποίου ήταν στραπατσαρισμένο από την εποχή που είχε συλληφθεί και τοποθετηθεί κάτω από την ειδικά επεξεργασμένη μπουλντόζα που χρησιμοποιούσαν στο βόρειο και ανατολικό τμήμα του Συμπλέγματος για να αποστραγγίζουν τα μωρά ερπετά από τα δηλητηριώδη υγρά τους τα οποία και αποτελούσαν μία από τις φοβερότερες μάστιγες του Συμπλέγματος μετά φυσικά από την φρικτή νόσο του Καλιγούλα, μετάλλαξη του παλαιότερου ιού του Nostrum Asexter ο οποίος μετά από παρατεταμένη επαφή με το ανθρώπινο είδος δημιούργησε ένα στέλεχος τόσο ικανό να αναπαράγεται σε ποικίλα περιβάλλοντα όσο και θανατηφόρο. Η ταχύτητα δράσης του ιού ήταν ωστόσο αντιστρόφως ανάλογη προς την ταχύτητα αναπαραγωγής του, με αποτέλεσμα πολλοί μολυσμένοι της επιδημίας να νοσούν μετά από μεγάλα χρονικά διαστήματα ικανά να προκαλέσουν τον εφησυχασμό και την γεωμετρική διασπορά του σε κοινωνικά στρώματα που η επικοινωνιακή τους διαδραστικότητα περιοριζόταν σε μία μικρή περιοχή του φάσματος της καθημερινότητας, και οριοθετημένη από το ατσάλινο δίχτυ του πουριτανισμού τους επέτρεπε να αλληλεπιδρούν άφοβα με τους ομοίους τους ισχυριζόμενοι ότι η ασθένεια αφορούσε τους έκλυτα διαβιούντες αμαρτωλούς. Όταν η νόσος άρχισε να μεταδίδεται μέσω της ατμόσφαιρας και εξελίχτηκε σε πανδημία, αυτές οι τάξεις ήρθαν αντιμέτωπες με την ίδια κοινωνική συγκρουσιακότητα που συνεπήρε τους Μινωίτες μετά από την έκρηξη του ηφαιστείου της Σαντορίνης.
Ο Ιούλιος Κονιορτώ, ζωντανός μύθος της εποχής των συμμοριών των μωρών ερπετών που τρομοκρατούσαν το Σύμπλεγμα, διεκδικούσε σήμερα σαν αρχισυνδικάλα όλων των τερατογεννέσεων του Α.Σ ένα καλύτερο μέλλον για αυτόν και τους ομοίους του.
..Την πιάνς ρε μαλάκ την άνθρωπο, είνη πολιύ μπροστά ση λέω, κη γαμώ τσιλήντερς είνη, θα μας κάν να τρώμη όλοι με χρυσά μανικετόκουμπα –ναι αλλά μη πουλάς τα κουτάλια για μανικετόκουμπα, δεν πιάνεται έτσι ο πλούτος- ρε είση τρελός, όχι να κάθμαι σαν τους ληφτάδες να τρώγω πλατίνα, τα σκοτών κη τα κάνω πλούτο, όχι ηξτραβαγκάντσιες κη μαλακίες, ηγώ είμην, είμη κη θα είμη σοσιαλστής...
-ρουκέτες χέλια διασχίζουν τους υπονόμους κάτω από τα γόνατα των πιστών –υγρή μυρωδιά σήψης- συνθήματα στους αρχαίους υπονόμους- χριστιανικές κατακόμβες- μακάρια πρόσωπα– ζωντανών νεκρών– φωνές μέσα από δαιδαλώδεις στοές- ενώνονται με τους ύμνους της λιτανείας- στην επιφάνεια- η ζωή κυλώντας πεθαίνει- χωρίς να υποψιάζεται...
3
«Και καθώς εμείς βαυκαλιζόμασταν σχετικά με την εθνική ομοιογένεια κυρία πρόεδρε, εκτείνοντας μία αγκαλιά για τους εν χριστώ αδελφούς και αδελφές, σε κάποιο υπόγειο γραφειάκι κάπου στο σύμπλεγμα με γρανίτα λεμόνι και φραπέ την ώρα του μεσημεριανού κι ένα χέρι αγκυλωμένο γύρω από το τηλεκοντρόλ, τη φωτογραφία της κορούλας μας πλάι σε ένα ημερολόγιο της γιούνισεφ και χυμένους ηλιόσπορους πάνω σε υπηρεσιακά έγγραφα, διάφορες νεουβριδικές σέκτες, σερφάρουν στην εποχή της πληροφορίας μέσα από τσατ ρούμς με ενδυματολογικό κώδικα για φρεσκοξυρισμένους ελιτιστές με μερτσέντα που το μάτι σου δεν τους πιάνει, και λες αρχίδια χριστιανός ορθόδοξος αλλά δεν σου περνάει ότι αυτός κάνει λιτανείες ντυμένος ολόσωμη φόρμα μηχανικού στον υπόνομο 162 κουβαλώντας τούρκικα σπαρματσέτα και συριακά καρβουνολιβανοθυμιατά., κάτω ακριβώς από την περιοχή του νεκροταφείου της αγάπης στο αποχετευτικό σημείο ζεύξης του βορειοανατολικού τομέα με τον δυτικό, μέσα σε πλήθη βρωμερών πιστών, μυρωμένων με λιμανίσια σκατίλα και χλωριούχα απορυπαντικά, όλων των τάξεων και όλων των ηλικιών, γονατισμένων μέσα στα νερά των υπονόμων σε ακτίνα χιλιομέτρων γύρω από τον ξύλινο σταυρό του JUDAS OF THE URBAN COMPLEX, του σύμφωνα με τις φήμες φτερωτού χταποδόμορφου θεού από φωτόνια -(που είναι ένας και έχει για προφήτη του τον Ζακ, και αυτός για υπασπιστή τον μονόφθαλμο σκύλο του) –καθαρά δογματικά ζητήματα απλά είχα χρέος να το αναφέρω-..»

–κίτρινο Ινδίας, σκουριασμένη λαμαρίνα με αίμα, αραχνούφαντο από το Παντζάμπ ανεμίζει, μακρινά γέλια παιδιών, ένα πεσμένο ποδήλατο στο χώμα, ρόδα που ακόμα γυρίζει-

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου