Τετάρτη 8 Απριλίου 2009

Political thoughts on post 6th December greek regime

1

H Αργεντινοποίηση της Ελλάδας και τα λόγια ενός ιδιοφυούς μαρξιστή από την εποχή που έτρεχα κλασμένος από το δακρυγόνο στην παραλία του Πόρτο Καρράς (πάνε έξι χρόνια από τότε) μου στοιχειώνουν το μυαλό μου κάθε φορά που κάθομαι ξαπλωμένος στο κρεβάτι μου και στοχάζομαι νόμιμες μεθόδους πλουτισμού. Ηταν η πρώτη ίσως φορά που είχα ακούσει να εντάσσεται σε μια λογική ανάλυση η θεωρία της «πτωτικής τάσης του ποσοστού κέρδους» και να συνδυάζεται με την πορεία ενός φαινομενικά ασύνδετου κρίκου, του κλάδου των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. Η ανάλυση εκείνου του περίεργου ρακένδυτου τύπου με τα λιγδιασμένα μακριά μαλλιά που σιχαινόσουν να τον πλησιάσεις αν έμενες εγκλωβισμένος σε μικροαστικά στερεότυπα, ήταν εξαιρετικά ενδιαφέρουσα : Σε μια χώρα με διαχρονικά ελλείμματα και μεγάλο χρέος, γραφειοκρατία που τελματώνει τις επενδύσεις, διαφθορά και μεγάλο δημοσιοδιοικητικό κόστος (υπερτιμολογήσεις, σπατάλες, ανορθολογικά προνόμια, υπερμεγέθης αριθμός δημοσίων υπαλλήλων), η καπιταλιστική συσσώρευση δεν εκτονώνεται επενδυτικά σε νέους κλάδους αλλά επικεντρώνεται στην υπερπροσφορά που καλύπτεται από έντεχνη και στοχευμένη πρόκληση αυξήσεως της ζήτησης, μέσω τροφοδότησης της υπερκατανάλωσης από στρεβλή διόγκωση της καταναλωτικής πίστης. Η Ελλάδα φιλαράκι θα πνιγεί από τη δημοσιονομική και χρηματοπιστωτική φούσκα και θα γίνει χειρότερα από την Αργεντινή.

Ακούγοντας τον λιγδιασμένο ιδιοφυή clochard, αυτόν τον sans-quilotte που όπως μου έλεγε τον νανούριζε ο μπαμπάς του με αναγνωστικά αποσπάσματα από το Κεφάλαιο του Μαρξ για να τον παίρνει ο ύπνος όταν ήταν μωρό, είχε καταφέρει να μου εξάψει το ενδιαφέρον σε μία εποχή (2003) όπου οι μεγάλες ταμειακές ροές και τα ανεκτέλεστα υπόλοιπα των μεγάλων κατασκευαστικών εταιρειών (Ακτωρ, Μέτκα, Βωβός κτλ) σε τίποτα δεν παρέπεμπαν στην σημερινή εικόνα καθίζησης του κατασκευαστικού κλάδου, σε μία εποχή όπου το Γ’ ΚΠΣ μοίραζε ευρω-μπαξίσια στην υψηλή γραφειοκρατία της Κολωνακιώτικης Πύλης, μία εποχή όπου ο λεγόμενος «δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης» βρισκόταν στα πάνω του και ο δείκτης καταναλωτικής και στεγαστικής πίστης χτυπούσαν κόκκινο δίνοντας υπερκέρδη στους τραπεζίτες και τους μεγαλομπακάληδες, σφίγγοντας αργά αλλά σταθερά τη θηλειά του σχοινιού γύρω από το λαιμό του μέσου ελληνικού νοικοκυριού.

Ήταν μία εποχή όπου οι πάσης φύσεως «επενδύσεις» ενόψει των Ολυμπιακών αγώνων άνθιζαν και απέφεραν κέρδη σε αυτούς που τις έκαναν, δηλαδή στους έχοντες εσωτερική πληροφόρηση για τα ποικίλα χρηματοδοτούμενα προγράμματα που υποστηρίζονταν με διάφορους τρόπους από δημόσια λεφτά (Leader, αγροτουρισμός, συνεταιριστικό επιχειρείν, μικροαστικό επιχειρείν) και τους άμεσα ή έμμεσα σχετιζόμενους με το δημόσιο μεγαλοεργολάβους που γέμισαν την Ελλάδα «επενδύσεις» από τις οποίες μακροσκοπικά και κατά ένα περίεργο τρόπο, δεν παράχθηκε ούτε μία μόνιμη θέση εργασίας. Ήταν ακόμη μία εποχή απολύτου άνθισης του car-dealing, δηλαδή του λιανεμπορίου αυτοκινήτου από κουστουμαρισμένους καλοθελητές που μεσολαβούσαν ευγενικά μεταξύ εσού και της τράπεζας σου για τη χορηγεία αμαξοδάνειου, μία εποχή άνθισης των τουριστικών-ταξιδιωτικών γραφείων, των μεσιτικών γραφείων, των κέτερινγκ επιχειρήσεων, των γραφείων οργάνωσης «συνεστιάσεων» και «εκδηλώσεων» και των γραφείων δημοσίων σχέσεων. Ήταν εποχή άνθισης του έντυπου και ηλεκτρονικού τύπου, πράγμα καθόλου τυχαίου αφού συναρτάτο μεσοβραχυπρόθεσμα από την αντίστοιχη άνθιση στους διάφορους κλάδους του ως άνω (και όχι μόνο) περιγεγραμμένου «επιχειρείν» οι οποίοι ήταν παραπάνω από πρόθυμοι να πληρώσουν ζεστό χρήμα για διαφημιστικές καταχωρήσεις σε εφημερίδες ή τηλεοπτικό χρόνο σε κάποιο κανάλι. (στα χρόνια που έμελλε να έρθουν, το «ακριβό» διαφημιστικό σποτ θα το αντικαθιστούσε το, λιγότερο ακριβό και ποιό εύκολο να το «κλείσεις» αλλά εξίσου πετυχημένο από πλευράς ικανότητας να διεμβολίζει την καταναλωτική συνείδηση, ρεπορτάζ ενός «μαχόμενου» και «φιλαλήθη» ρεπόρτερ κεντρικού δελτίου ειδήσεων)

Έτσι λοιπόν και χωρίς τίποτα ακόμη να με προϊδεάζει για τα οικονομικά δεδομένα με τα οποία θα ερχόμασταν τώρα αντιμέτωποι, (χωρίς καλά καλά να ενδιαφέρομαι διόλου γι’ αυτό που με μία λέξη ονομάζουμε «Οικονομικά») κάτι είχε αλλάξει μέσα μου. Σε λίγες μόνο γραμμές και με δύο μόνο λόγια, είχα στα χέρια μου μία υπερ-ερμηνεία για την μετεμφυλιακή στρεβλή ανάπτυξη της αστικής δημοκρατίας στην Ελλάδα και την κυριαρχία του δικομματισμού μεταπολιτευτικά, ακριβώς στην αρχή του μεταφορντικού κύκλου καπιταλιστικής υπερσυσσώρευσης καταλύτης του οποίου υπήρξε ο ρηγκανισμός-θατσερισμός που τον περάσαμε και εμείς ξόφαλτσα και αλά γκρέκα αφήνοντας τα καλά του (ορθολογικοποίηση, επενδύσεις, οικονομική ανάπτυξη, δουλειές, καινοτομίες) και πιάνοντας τα κακά του (κοινωνία της κατανάλωσης, ιδιωτικοποίηση βασικών υπηρεσιών, ελαστικοποίηση της εργασίας). Είχα ακριβώς αυτό που έψαχνα για να ερμηνεύσω τον αμερικανοειδή μαϊμουδισμό και τον ευρωπαϊκό ψευδο-ελιτισμό, την παταγώδη αποτυχία του νεολαιϊστικου κίνηματος στην Ελλάδα (συνθηκολόγηση δια της ενσωμάτωσης σε κομματικές νεολαίες κοινωνικών παροχών) αλλά και τον ιδιότυπο κοινωνικό ρατσισμό που αρχίσαμε να φτύνουμε πάνω στον «σύγχρονο αλλά πολίτη της Αριστεράς» τον λεγόμενο βλάκα που δεν καταλαβαίνει σε ποιά εποχή ζει «τώρα που όλα έχουν αλλάξει».

Αρχισα να καταλαβαίνω γιατί τα περισσότερα από όλα εκείνα που ξένα προς τον Έλληνα προκαλούσαν αποστροφή στους γονείς μας, αλλά γοήτευαν εμάς τους μικρότερους, εμάς που βάλαμε παπούτσι «ελβιέλα» επί πασόκ, πήραμε έγχρωμη τηλεόραση επί πασόκ, αγοράσαμε το πρώτο μας αυτοκίνητο επί πασόκ, έμοιαζαν στρεβλά και φετιχοκαταναλωτικά σε εκείνους που μιάμιση γενιά πιο πριν, είχανε δύο πουκάμισα και πότε έπλεναν το ένα πότε το άλλο για να πάνε στη δουλειά, περπατούσαν σπίτι με τα πόδια για οικονομία στη δραχμούλα που πλήρωναν στο λεωφορείο και εκείνους που κοιτάγανε με γουρλωμένα μάτια την διαφήμιση του ταχυδρομικού ταμιευτηρίου στην ΕΡΤ νιώθοντας ένα γαργαλητό ανακούφισης στο μαλακό υπογάστριο όταν έπεφτε η ατάκα «η αποταμίευση είναι αξία» και ήξεραν ότι εκείνοι ήταν άνθρωποι «με αξίες».

2

Μία από τις συνέπειες που επέφερε η μεγάλη κοινωνική εξέγερση του Δεκεμβρίου ήταν η ευρεία απονομιμοποίηση της κυβέρνησης της Νέας δημοκρατίας (αν δεν ήταν η ίδια η προϊούσα απονομιμοποίηση που επέφερε την εξέγερση, ή η προϊούσα κρίση που επέφερε την απονομιμοποίηση ή η προϊούσα εξέγερση που επέφερε την κρίση,) απονομιμοποίηση στη συνείδηση του ελληνικού λαού, μεγάλο μέρος του οποίου όχι μόνο ένιωσε πολιτικά διωκόμενος και αποξενωμένος από την «ασφάλεια» που η πολιτική ορθότητα της κυρίαρχης ιδεολογίας παραδοσιακά παρέχει, αλλά και απειλούμενος από τα μέτρα προάσπισης της οικονομίας που η απονομιμοποιημένη αυτή κυβέρνηση αποφασίζει να λάβει στον απόηχο των επαναστατικών γεγονότων και στο κατώφλι για το μεγάλο και κύριο στάδιο του οικονομικού Κράχ.

Καθώς η ελληνική κοινωνία-οικονομία βγαίνει από την νηνεμία που επικρατεί στο μάτι του κυκλώνα και σταδιακά εισέρχεται στην στροβιλιζόμενη δίνη που θα την πετάξει όπως την Αλίκη του παραμυθιού σε μία χώρα εφιαλτικών θαυμάτων, αρχίζει σιγά σιγά να συνειδητοποιεί τον αντίστροφο κανόνα από εκείνον που λέει ότι οι οικονομικές τεκτονικές αναταράξεις μεταλάσσουν τις πολιτικές καταστάσεις και ότι η τελευταίες δεν είναι παρά ένα επιφαινόμενο που εδράζεται πάνω στις πρώτες. Δεν είναι λίγα τα στρώματα της ελληνικής κοινωνίας, που όντας πολιτικά εμφορούμενα από αντικαθεστωτική νοοτροπία, εμπνεόμενα από αντεξουσιαστική διάθεση, και διαπνεόμενα από πνεύμα ριζοσπαστικό, αποκτούν την αίσθηση ότι με δεδομένη την αντικυβερνητική και αντισυστημική τους τοποθέτηση απέναντι στο Κράτος, η λεγόμενη «πολιτεία» θα τους ε ξ α ν α γ κ ά σ ε ι να επωμιστούν τα κύρια άχθη για την οικονομική ανασυγκρότηση.

Αυτήν την περίεργη εποχή, ως αντισυστημική τοποθέτηση του πολίτη απέναντι στο Κράτος, δεν νοείται μόνο η αντεξουσιαστική συμπεριφορά με το συχνά συνδεόμενο με αυτήν κάψιμο εμπορικών καταστημάτων, τραπεζών ή/και οργάνων της τάξης, αλλά και η απόσυρση της εμπιστοσύνης προς το τραπεζικό σύστημα, η αμφισβήτηση οιασδήποτε εναπομείνουσας επίφασης διαφάνειας στη λειτουργία της αγοράς (αγορά προϊόντων, αγορά κεφαλαίου, αγορά εργασίας) και το δημοσιοϋπαλληλικό Φετίχ, δηλαδή η διεκδίκηση μονιμοποιήσεων πάσης φύσεως «ομήρων» του κράτους που εργάζονται υπό καθεστώς συμβάσεων ορισμένου χρόνου, από τους υπαλλήλους νομαρχιών-δήμων-κοινοτήτων, τους «εκπαιδευόμενους» σε ΔΕΚΟ, τους στετζάκηδες των διαφόρων υπηρεσιών (τα περίφημα προγράμματα stage όπου ισχύει το «σου κάνουν εγγραφή σου κλέβουν τη ζωή») μέχρι τους συμβασιούχους του Υπουργείου «Πολιτισμού» που κλείσανε την Ακρόπολη λες και είναι ο κόμβος της Βιοκαρπέτ.

(Έπρεπε να είχανε φωνάξει για συμπαράσταση τους λεβέντες με τα τρακτέρ από την Κρήτη, που μου ήρθανε στον Πειραιά σαν να κάνανε την απόβαση στην Νορμανδία. Απόβαση στην Παρανομία κάνανε, αλλά τι να τους πεις, τι να πεις στ αφεντικά τους, τί να πεις στους πάτρωνες των αφεντικών τους, τί να πεις στους συμμάχους των πατρώνων, τι να πεις μωρέ, πιες μια ρακή, λεβέντης ήσουνα, λεβέντης θα πεθάνεις, αλλά η λεβεντιά με την αμορφωσιά και το νταβατζιλίκι κάνουν ένα κοκτέηλ που δεν το γουστάρουμε εμείς οι φλώροι οι Αθηναίοι.)

Οι κοινωνικές αυτές τάξεις που αισθάνονται ότι θα επωμιστούν άμεσα ή έμμεσα το κόστος της οικονομικής ανασυγκρότησης, -που δεν είναι κόστος ανασυγκρότησης αλλά σωσίβιο μη πτώχευσης- δεν είναι οι επαγγελματίες και οι επιτηδευματίες, δεν είναι οι δικηγόροι και οι γιατροί, δεν είναι οι ιδιοκτήτες νυχτερινών κέντρων, δεν είναι οι καταστηματάρχες που πουλάνε ρούχα και παπούτσια, δεν είναι οι καφετεριούχοι και μπαρούχοι, δεν είναι οι τζαμάδες, οι υδραυλικοί, οι ηλεκτρολόγοι και οι ελαιοχρωματιστές, δεν είναι τα εργολαβικά συνεργεία, δεν είναι οι ξενοδόχοι, οι εφοπλιστές και οι επιχειρηματίες, δεν είναι οι εισαγωγικοί αντιπρόσωποι, δεν είναι οι τηλεοπτικοί αστέρες, τραγουδιστές, δημοσιογράφοι και περιφερόμενοι πρώην somebodies νυν εξαργυρούντες γερασμένη επιτυχία δρέποντας αρρωστημένες δάφνες υπό καθεστώς υψηλά αμοιβόμενης λειτουργικής αεργίας, δεν είναι τα ρετιρέ των δέκο που μας έχουν κάτσει στο ζβέρκο μισό αιώνα και αναπαράγουν την τάξη τους γεννώντας ηλίθια ελληνόπουλα που μοσχοαναθρεμμένα στις υψηλές αμοιβές που η ελλάδα χάρισε στους μπαμπάδες τους για δεκαετίες υπερίσχυσαν τόσο που πολιτιστικά η χώρα τους ανήκει, μαζί και η φαιδρή εικόνα της.

(Πού πήγαν οι ωραίοι Έλληνες ρε παιδιά? Αμα σας πω ποιούς διαβάζω ποιούς αφήνω να μπαίνουν στο κεφάλι μου, θα έχετε να πείτε κάτι κακό για τον καθένα. Εκεί πήγαν ? Στον κάδο σκουπιδιών της προαιώνιας ελληνικής κομματικομαχίας... Αυτή βγάζει βρώμες για τον καθένα, για όλους, ο τάδε έτσι ό δείνα αλλιώς, ο ράδης διαφορετικώς)...

Τέσπα, πολλά υποστηρικτικά επιχειρήματα της ως άνω εκπεφρασμένης θέσης θα μπορούσα να επικαλεστώ προκειμένου να την καταστήσω υπεράνω πιθανής κριτικής, -μην ξεχνάτε άλλωστε ότι η θέση αυτή μιλάει για μία αντίληψη ενός μέρους της κοινωνίας, και όχι για μία αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα- από στατιστικές μετρήσεις, μέχρι συνεντεύξεις και ψυχομετρικά τεστ πάνω σε δείγμα του εν λόγω πληθυσμού. Η πραγματικότητα είναι και παραμένει ότι οι λιγότερα καλά αμοιβόμενοι μισθωτοί του δημοσίου και κάποια σκλαβάκια του ιδιωτικού –οι περισσότεροι σ’αυτόν- μαζί με ό λ ο υ ς τους συνταξιούχους, έχουν βάσιμες υπόνοιες να πιστεύουν ότι ο γενικής και αορίστου μορφώσεως πρωθυπουργός θα τους κάτσει το παλούκι στο κώλο. [70% των Ελλήνων πολιτών είναι αυταπασχολούμενοι-επιτηδευματίες-επαγγελματίες, μένει 30% ο αριθμός των μισθωτών, εξ αυτών οι μισοί είναι δημόσιοι υπάλληλοι, ο έστι μεθερμηνευόμενον το 15% των ελλήνων πολιτών σηκώνει εισφοροδοτικά και φορολογικά άχθη που αναλογούν στις αμαρτίες των προηγουμένων]

(Όταν άρχισε να γράφεται το κείμενο αυτό, το υπουργείο οικονομικών δεν είχε δημοσιεύσει τη «λίστα στόχων» όπου θα επικεντρώσει όπως λέει την προσοχή του για την πάταξη της φοροδιαφυγής. Μία προσεκτική ματιά δείχνει ότι ο μισθωτός είναι μεταξύ των πρώτων πέντε θέσεων. Αυτή τη λίστα προσωπικά την φοβάμαι περισσότερο απ’ όσο φοβάμαι τη λίστα που έβγαλε η διαβόητη Σέχτα όλα Για όλα Παίχτα. Στην περίπτωση αυτή, φαίνεται, και χωρίς καμία διάθεση αστεϊσμού, ότι το Κράτος είναι ο μόνος «τρομοκράτης» που πληροί τις προϋποθέσεις για την σημασιολογική ένταξη στην ετυμολογία της λέξης)

Το εντυπωσιακό της υπόθεσης είναι ότι σε ένα κοινοποιημένο mail που έστειλε σε μεταπτυχιακούς και καθηγητές και προφανώς σε τεχνοκράτες και ανθρώπους του administration (ενεργού ή και «σκιώδους» -όπως αποκαλείται πλέον επείσακτα από τη βρετανική μιντιακή ορολογία), ο Νίκος ο Κοτζιάς με αφορμή και την παρουσίαση στην Παλαιά Βουλή του νέου του βιβλίου για το εθνικό κράτος και την παγκοσμιοποίηση, παροτρύνει, προτείνει και θέτει το ζήτημα της συμμετοχής της Ελλάδας σε ένα G30, ευρύτερο και δημοκρατικότερο από το G20, στο οποίο προχθές συμμετείχε όσο κι αν αυτό σας φαίνεται περίεργο, ο «καθυστερημένος» και «βάρβαρος» εχθρός της Ελλάδας, η Τουρκία. Δεν μπορούσα να μη γελάσω γλυκόπικρα αφού έχοντας διαβάσει το post του φίλου μου Lak στην Αμετροέπεια, όπου αναλύονται οι θέσεις του Χρήστου Γιανναρά στο «Διάλειμμα Παιγνιώδους Αδολεσχίας» γίνεται προφανές ότι η ιδεολογική άβυσσος που χωρίζει τους δύο μεγάλους διανοητές Κοτζιά-Γιανναρά, δεν αρκεί για να διχοτομήσει το βαθύτερο ενδιαφέρον που και οι δύο εκφράζουν, ο ένας για το ελληνικό κράτος ως συνιστώσα του διεθνούς συστήματος που μπορεί και πρέπει να αναλάβει τον ρόλο του honest broker σε Βαλκάνια και Μέση Ανατολή και ο άλλος για τον ελληνισμό και την οικουμενική πρόταση βίου που κομίζει η ελληνορθόδοξη μήτρα του, έχουσα στην Πατερική της έκφανση σαφή εγγεγραμένα χαρακτηριστικά από την αρχαιοελληνική φιλοσοφική παράδοση.

Γλυκόπικρα γέλασα, αφενός μεν γιατί η πολιτική-διανοητική παράδοση της κυβερνώσας αριστεράς, της ενεργητικής σοσιαλδημοκρατίας, της πράσινης και συμμετοχικής προσέγγισης του στοιχήματος της παγκοσμιοποίησης μέσα από την ανανέωση των εθνικών «χωρητικοτήτων» (capacities) που εκφράζει ο Κοτζιάς στην τριλογία του Καστανιώτη, όσο και η συνολική άρνηση της Δύσης, η εμβάτπιση της νεοελληνικής διανόησης στην οντολογία της σχέσης και της θεολογικής αλλά και πολιτικής έννοιας του προ-σώπου –κατ’αντιδιαστολή προς το δυτικοευρωπαϊκής καταγωγής ά-τομο, που εκφράζει ο Γιανναράς σε όλη τη συγγραφική του πορεία, αποτελούν και οι δύο, κραυγές μίας βαθύτερης ανάγκης, και απόγνωσης της ελληνικής ιντελιγκέντσιας, για το μέλλον της χώρας μας ως κράτους σε ένα κατ’επίφαση συνεργατικό αλλά κατά βάθος ανταγωνιστικό διεθνές σύστημα (Κοτζιάς) και το μέλλον του πολιτισμού που στον τόπο αυτό αναδύθηκε διαχρονικά μέσα από τις αξιοποιούμενες γλωσσικές και φιλοσοφικές μήτρες του λαού των Ελλήνων (αρχαίων και βυζαντινών) (Γιανναράς)

Είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον ότι και οι δύο σχολές σκέψης (περισσότερο κόσμοι διακριτοί με διαφορετική οντολογία παρά απλές «σχολές» φιλοσοφίας) επιβεβαιώνουν την από καιρό διατυπωμένη θεωρία του καθηγητή Κ.Θ. Δημαρά περί «φθίνουσας καμπύλης του ελληνισμού», μία εσχατολογικά στοχευμένη παρατήρηση ενός μεγάλου ανθρώπου των γραμμάτων που με τον τρόπο αυτό θέλησε να στηλιτεύσει όχι το προφανές της ελληνικής παρακμής, αλλά την ανυπαρξία της ικανότητας ή την αβουλία μας να αποδεχθούμε την διαχρονικότητα της παρακμής αυτής καθώς και το κουράγιο μας να υπομείνουμε την ολοκλήρωση της καμπύλης μέχρι το απόλυτο σβήσιμο της φωταψίας μας ως λαού και κομιστή προτάσεων σκέψης και πολιτισμού που και στους δύο πολιτιστικούς μας κύκλους τόσο ώς πολυθεϊστές όσο και ως χριστιανοί μονοθεϊστές υπήρξαμε, ή μέχρι την βραδυκίνητη και μακρόχρονη αλλαγή της τάσης προς ένα νέο ιστορικό κύκλο ανόδου.

3

Ο κύριος Παπαθανασίου για να μιλήσουμε ειδικότερα τώρα, ο τελευταίος τρομοτεχνοκράτης (o όρος πάει γραμμή για slang.gr) που περνάει μπροστά από τα μάτια μας μετά από σειρά πολλών άλλων, είναι το νέο ελληνικό αστέρι για τους επόμενους δέκα-δεκαπέντε μήνες (αν δεν γίνουν πρόωρες εκλογές) (που και να μη γίνουν πάλι θα φύγει γιατί δεν έχει εκτόπισμα και προκαλεί μόνο τον γέλωτα η προσπάθεια να τον αποκαλέσει κανείς «τσάρο της οικονομίας» αλήθεια τη θυμάστε αυτή τη λέξη?) είναι ένας «άνθρωπος της αγοράς». Επί μακρόν ασχολείτο με το επιχειρείν στον τομέα ειδών κιγκαλερίας, ενασχόληση που πιθανόν στο μέλλον να του φανεί και χρήσιμη αφού τα κάγκελα της φυλακής είναι για τους λεβέντες. Ο προκάτοχός του κος Αλογοσκούφης, ήταν άνθρωπος αυτού που λέμε academia, είχε θεωρητικό υπόβαθρο και υψηλές γνωριμίες. Οι συμμαθητές του άλλωσε από τα φοιτητικά του χρόνια είναι όλοι μία χρυσή γενιά που μορφώθηκε σε ακριβά πανεπιστήμια όταν ακόμα εδώ ο Θύμιος τριγύρναγε στην Ομόνοια με ένα ντενεκέ λάδι στο δεξί και ένα ντενεκέ φέτα στο αριστερό -πεσκέσι για τους πρωτευουσιάνους συγγενείς του.

Με την απομάκρυνση του ενός και τον ερχομό του άλλου, υπήρξε μία σημαντική ιδεολογική μετατόπιση στο υπουργείο οικονομίας, μία στροφή από αυτό που θα μπορούσε να ονομαστεί society orientated οικονομία προς εκείνο που θα μπορούσε να ονομαστεί market-based οικονομία. Μη βάλετε τα γέλια, δεν εννοώ ότι ο Αλογοσκούφης ήταν σοσιαλιστής, προς θεού. Απλά η επιστημονική και ψυχοδιανοητική του συγκρότησή ήταν κοντά σ αυτήν ενός άλλου προκατόχου τους, του κου Παπαντωνίου, που κι αυτός δεν ήταν σοσιαλιστής αλλά δεν πρέπει να λησμονούμε ότι είχε σοσιαλιστικό discourse αμβλυμένο φυσικά από τα νεοφιλελεύθερα trends των mid ‘90s, που όμως δεν τον εμπόδιζε να αναφέρεται σε κοινωνικά χάσματα πλουσίων φτωχών, κοινωνική αλληλεγγύη, επιδόματα και συντάξεις, και πραγματικά να μη δίνει την εντύπωση ότι κάνει καταναγκαστικά έργα.

Ο κος Παπαθανασίου όμως είναι μία άλλη στόφα ανθρώπου. Αυτός κάνει καταναγκαστικά έργα όταν αποπειράται να μιλήσει για δημοσιες πολιτικές. H πολιτική του ψυχοδιανοητική συγκρότηση είναι κοντόφθαλμα αριθμολάγνα και εμποτισμένη από το φιλελεύθερο υπόδειγμα ομοιάζοντας προς την σημιτική-εκσυγχρονιστική της προ-ΟΝΕ εποχής, η οποία όμως είχε την ποιοτική διαφορά να εμφορείται από μία ιδιότυπη προοδευτική «ευθύνη» και να διώκεται από ερινύες κοινωνικής λογοδοσίας που όμως απουσιάζουν από το σύμπαν του κυρίου Παπαθανασίου. Ο τελευταίος, όντας μακριά από κάθε πολιτική παράδοση κοινωνικών κινημάτων, αισθάνεται την ανάγκη να λογοδοτεί και να απολογείται πρωτίστως στην επιχειρηματική κοινότητα που εκπροσωπεί το ΕΒΕΑ, ο ΣΕΒ και η Γενική Συνέλευση των μετόχων της Εθνικής, Eurobank, Alpha Bank, Πειραιώς καθώς και τα κλειστά κονγκλάβια του Εcofin και του Εurogroup.

Να μην παραλείψουμε φυσικά και όλους αυτούς που στοιχίζονται πίσω και γύρω από την τηλεοπτική εκπροσώπηση που παρέχει το τηλεοπτικό δίκτυο που διευθύνει ο κος Πάνος Μπουσμπουρέλης (Satelite Business Channel, SBC). Το εν λόγω τηλεοπτικό δίκτυο είχε βρεθεί στο επίκεντρο της κριτικής μας σε προηγούμενη ανάρτηση αναφορικά προς τον ρόλο προπαγανδιστικού αναχώματος που έσπευσε να παίξει αυτόκλητα (?) στην μεγαλύτερη οικονομική κρίση του αιώνα, όπως ήταν αναμενόμενο και καθόλου απρόβλεπτο άλλωστε, αφού στις «καλές» μέρες των τεσσεράμισυ χιλιάδων μονάδων του γενικού δείκτη έκανε συστηματικά και με ποσοτικές μετρήσεις «αδιαμφισβήτητης πραγματικότητας» το μιντιακό παπαγαλάκι που εξυπηρετώντας προστάτες αλληλοεξυπηρετεί και τον εαυτό του.

Όλοι αυτοί λοιπόν που βρίσκονται πέριξ του υπουργού οικονομικών, δίνουν τον τόνο και το έναυσμα για απείρου κάλλους δημοσιοδιοικητικές δηλώσεις, -που δεν είναι σοβαρές δηλώσεις αλλά μαργαριτάρια- όπως αυτή που λέει ότι σκοπεύει το υπουργείο να μαζέψει τουλάχιστον τις μισές βεβαιωμένες εισφορές προς το δημόσιο σε ένα πρόγραμμα σκούπα που αντί για αφγανούς λαθρομετανάστες θα πιάνει ελληναράδες φοροφυγάδες που δεν κατάφερε να πιάσει πέντε χρόνια με υπουργό τον Αλογοσκούφη και υφυπουργό τον ίδιο τον Παπαθανασίου αλλά θα τους πιάσει τώρα που τους έπιασε η κωλοπιλάλα που βλέπουν τη χρυσή εικοσαετία της συντηρητικής παράταξης να γίνεται μία ακόμα θλιβερή παρένθεση της «δεξιάς». (όπως την αποκαλούν οι εκφυλισμένοι ρωμαίοι συγκλητικοί του πασόκ και οι εγωκεντρικοί έμμισθοι επαναστάτες της αριστεράς που μέσα στην κρίση θέλουν να βουλιάξει το διπλανό μαγαζί και να τζιράρει το δικό τους αλλά δεν βλέπουν ότι η κατασταση αυτή θα απονομιμοποιήσει συνολικά το πολιτικό σύστημα και μετά θα ψάχνουν για θωρακισμένη μερσεντές που αυτοί δεν ονειρεύτηκαν ποτές την ίδια στιγμή που ο κουκουλοφόρος Οφθαλμός θα γαζώνει με τριακόσες ντουφεκιές το πίσω μέρος μιας θωρακισμένης μερσεντές) (ω ποία σύμπτωσις, είδατε πόσο μοιάζουν αυτά τα δύο τραγουδάκια, έτσι τυχαία μου ήρθαν)...

Το γέλιο λοιπόν και η παιγνιώδης διάθεση του κου Παπαθανασίου θα του κοπεί απότομα όταν καταλάβει ότι αν δεν πετύχει η «διαρθρωτική αναδιοργάνωση του φοροεισπρακτικού μηχανισμού» φερ’ ειπείν τότε θα του συμβεί πιθανώς κάτι πολύ χειρότερο από μία απλή καθαίρεση από το αξίωμα του υπουργού ή μία αποχή από την πολιτική που θα εκμεταλλευτεί ώσπου να καθαρίσει το όνομά του και να επιστρέψει δριμύτερος. Αν δεν πετύχει επίσης το μέτρο της καταβολής της έκτακτης εισφοράς των χιλίων ευρώ τότε πάλι θα δει να του συμβαίνουν πιθανώς τα αναπόφευκτα. Και αναφορικά με την νομιμοποίηση των ημιυπαίθριων χώρων και την επαναφορά των τυχερών παιγνίων με φρουτάκια, δύο κινήσεις χρυσωρυχεία για την κυβέρνηση, τότε πάλι θα δει μπροστά του τα χειρότερα.

Τα χειρότερα θα είναι τελικά να μην καταστεί δυνατό να συμφωνηθεί από τους ευρω-εταίρους η έκδοση του περίφημου ευρωομόλογου ενώ παράλληλα με τον ερχομό του καλοκαιριού να επιβεβαιωθούν οι πιο δυσοίωνες προβλέψεις για τα αναμενόμενα στον τουριστικό κλάδο με αποτέλεσμα -λαμβάνοντας ως δεδομένο ένα παρόμοιο (ή και χειρότερο) με το σημερινό πολιτικό και οικονομικό κλίμα να υποβαθμιστεί περαιτέρω η πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας και να τη δούμε να σέρνεται δεξιά κι αριστερά να γλείφει κατουρημένες ποδιές προκειμένου να αποφύγει α. το έσχατο στάδιο της στάσης των δημοσίων πληρωμών (έγινε στην πορτογαλία), β. του επαχθούς δανεισμού με όρους Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (έγινε στη Ρουμανία και τη Σερβία) γ. Την απερίφραστη και ομολογημένη χρεωκοπία (έγινε στην Ισλανδία).

Επίσης, μέχρι τότε, θα έχει ξεσπάσει τόσο μεγάλη αναταραχή σε όλες τις μεγάλες πρωτεύουσες, με την Αθήνα πιθανότατα να δίνει το έναυσμα για πανευρωπαϊκή εξέγερση καθώς ο αριθμός των ανέργων από την κρίση θα αγγίξει βεβαιωμένα τους 100.000 χιλιάδες και θα βαίνει για ποσοστό της τάξεως του 15% το οποίο και θα αποτελέσει τη μαγιά των φιλήσυχων και «νομοταγών» εκείνων νοικοκυραίων που δεν θα ενδίδουν σε έντεχνες μιντιακές προτροπές «αποδοκιμασίας», «αποτροπιασμού» και «καταδίκης» μίας εξέγερσης πιο δυναμικής και πιο στοχευμένης από αυτήν του Δεκεμβρίου. Η άλλη πλευρά, των τρομοτεχνοκρατών, θα καταφύγει στον εξωτερικό δανεισμό με ευνοϊκό επιτόκιο στη βάση της τοποθέτησης ως ενέχυρου την αγορά πολεμικού υλικού, αεροσκαφών και φρεγατών από τις χώρες που θα σπεύσουν να τη δανείσουν (σχέδιο που έχει ήδη συζητηθεί διερευνητικά).

Αυτό θα οδηγήσει σε μία ραγδαία επιπλοκή της ελληνοτουρκικής «νόσου» (αποφεύγω λατρεμένα κλισέ όπως, «όξυνση των σχέσεων με την Τουρκία», «επιδείνωση των ελληνοτουρκικών σχεσεων», «σενάρια πολέμου στο αιγαίο», [btw όλα διαχρονικά αποφεύγουν επιμελώς το θέμα της μουσουλμανικής μειονότητας] ) η οποία θα τροφοδοτήσει αλυσιδωτά νέες, ανυπολογίστου επκυνδυνότητας πολιτικές. Αυτές καθώς θα γίνονται αντικείμενο ενδελεχούς επεξεργασίας από κύκλους μέσα κι έξω από τα συναρμόδια υπουργεία, αναπόφευκτα θα καταδείξουν ένα πράγμα. Ότι ο δανεισμός της χώρας με ενέχυρό αγορά πολεμικού υλικού είναι αποτελεσματικός και ότι πρέπει να συνεχιστεί και να επισπευστεί. Το καλύτερο βεβαιωμένο κλίμα που θα ευνοήσει έναν τέτοιο αλλά και καλύτερο διακανονισμό είναι η κήρυξη του πολέμου μετά από τουρκική πρόκληση. Αυτό θα επισπεύσει το δανεισμό, την ταμειακή ροή, θα ενισχύσει την ζήτηση στην αγορά της αμυντικής βιομηχανίας των μεγάλων χωρών, θα αποτελέσει άλλοθι, κίνητρο και μέσο για απ’ αόριστον ευνοϊκό δανεισμό, θα δώσει το κοινωνικοπολιτικό και οικονομικό προγεφύρωμα για μία «έντιμη» κήρυξη πτώχευσης και θα αποτελέσει το μοναδικό χαρτί για την καταστολή της εξέγερσης και του πλιάτσικου που θα έχει επακολουθήσει καθώς με τη δικαιολογία της γενικής επιστράτευσης ο στρατός θα παρέμβει επικουρικά στην καταστολή της αστικής εξέγερσης με τα νέα αέρια «ελέγχου πλήθους» για τα οποία μάλιστα έγινε και πρόσφατα επερώτηση στη Βουλή. [δεν θα πω από ποιόν, βρείτε το]

Η οικονομική οπισθοδρόμηση που θα επακολουθήσει θα συνοδευτεί από ένα ακόμη μεγαλύτερο πρόγραμμα ευρωπαϊκής ανασυγκρότησης της ελληνικής οικονομίας που θα βοηθήσει να πέσει στα μαλακά το καλό παιδί που βοήθησε τις μεγάλες δυνάμεις να κόψουν τα πόδια της υπερβολικά ανερχόμενης και επικίνδυνης περιφερειακής δύναμης, και να τις απαλλάξει και από πλήθος προβλημάτων για τα οποία οι διάφορες ελίτ θα σπαταλούσαν τόνους φαιά ουσία για να λύσουν υπό άλλες περιπτώσεις.

Aυτό είναι το αισιόδοξο σενάριο. Το απαισιόδοξο είναι να κηρύξουμε πρώτα στάση πληρωμών και πτώχευση και μετά από αυτά η Τουρκία να μας κηρύξει τον πόλεμο με αφορμή την απελευθέρωση των μουσουλμάνων αδελφών της Θράκης τους οποίους η Ελλάδα «οδηγεί στην εξαθλίωση» (τούρκων θες, τούρκων θα πω, τί θες και τί δεν θες ουδεμία σημασία έχει ευρωπαίε έλληνα αδερφέ αφού το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων με απόφασή του δικαίωσε τον «αγώνα τους για αυτοπροσδιορισμό») και μετά άντε να τρέχουμε στην Ιταλία να γλιτώσουμε την επιστράτευση.

Προσωπικά λοιπόν σαν Τίμος Ράδης, σας συνιστώ να κάνετε τα εξής: Καταρχήν ενσωματώστε κάθε περιουσιακό σας στοιχείο μέσα σε τίτλους ιδιοκτησίας, ικανούς να μεταφερθούν, να διαβαστούν και να γίνουν αντικείμενο επεξεργασίας από μεγάλους οικονομικούς οργανισμούς, χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, και ξένες δημόσιες υπηρεσίες. Αυτό συμβαίνει να βρείτε τα συμβόλαια των ακινήτων που κατέχετε, οικοπέδων και αγροτεμαχίων, και μεταφράστε τα σε μία διεθνή γλώσσα αν μπορείτε και έχετε την οικονομική δυνατότητα. Εξαργυρώστε ή ακυρώστε κάθε τραπεζικό και χρηματοοικονομικό προϊόν που δεσμεύει τα χρήματά σας. Τέτοια προϊόντα είναι οι προθεσμιακές καταθέσεις και οι πιστωτικές κάρτες. Πουλήστε ό,τι μετοχές έχετε, ειδικά αυτές που νομίζετε ότι σε αυτές τα λεφτά σας είναι ασφαλή. Τέτοιες είναι, η τράπεζα της Ελλάδος και η μετοχή της Εθνικής που θα φύγει πρώτη για βρούβες αν ξεσπάσει θερμό επεισόδιο κι ακόμα χειρότερα, ένας γενικευμένος πόλεμος δέκα-δεκαπέντε ημερών. Στην περιπτωση αυτή θα καταρρεύσουν οι μετοχές ό λ ω ν των τραπεζών αφού όσοι δεν έχουν σηκώσει τα χρήματά τους θα σπεύσουν να το κάνουν μαζικά. Χωρίς καταθετική βάση, δηλαδή χωρίς τα λεφτά που οι πελάτες μιας τράπεζας κρατάνε σε λογαριασμούς όψεως ή προθεσμιακούς η τράπεζα δεν μπορεί να δανειστεί, δεν μπορεί να δανείσει, δεν μπορεί να πουλήσει, δεν μπορεί να αγοράσει και τελικά καταρρέει. Οι μετοχές στις οποίες π ι θ α ν ό ν τα χρήματά σας να μην κινδυνεύουν είναι οι εταιρείες μετάλλων, χαλυβουργικές, βαριές βιομηχανίες, και η μετοχή του Τιτάνα. Όλα τα άλλα θα καταρρεύσουν εν μία νυκτί.

Ο Πόλεμος με την Τουρκία θα επιφέρει ραγδαία πτώση των τιμών των ακινήτων, στοιχείο που θα επισπεύσει ή/και θα οριστικοποιήσει την κατάρρευση της ελληνικής οικονομίας (μαζί με πολλά άλλα φυσικά). Κρατήστε υπόψιν ότι το ενεργητικό των μεγάλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων της χώρας μας συνεκτιμάται από την τρέχουσα τιμή των ακινήτων που αυτά κατέχουν. Τα πάντα θα έχουν zero value με ο,τι αυτό συνεπάγεται. Για τον λόγο αυτό εξασφαλίστε ρευστότητα για σας και την οικογένειά σας πουλώντας σε ανύποπτο χρόνο ό,τι ακίνητο βρίσκετε στην κατοχή σας, σπίτι, οικόπεδο, ή αγροτεμάχιο, αποθήκη πολυκατοικίας, ή ακόμα και θέσεις πάρκινγκ. Τέλος, κάντε το σημαντικότερο. Μην υποκύψετε στις ψυχολογικές πιέσεις να κάνετε τα λεφτά σας χρυσές λίρες γιατί οι εποχές άλλαξαν και οι πιθανότητες το ενιαίο ευρωπαίκό νόμισμα να κινδυνέψει από πληθωριστικές πιέσεις είναι απειροελάχιστες. Φυσικά, και να το κάνετε δεν θα πάθετε και τίποτα Απλά μπορεί πάνω στην αναμπουμπούλα να αναγκαστείτε να «χρυσοπληρώσετε» τα πιο απλά καθημερινά είδη για το νοικοκυριό, όπως παραδείγματος χάριν, ένα κιλό ψωμί, ένα πακέτο μακαρόνια, ένα κιλό αλεύρι, ή μία τουρκική σημαία.

4

Το γεγονός ότι η ελληνική παρακμή βρίσκεται εν εξελίξει, σε ένα ελικοειδές σπειράλ που παρασέρνει στη δίνη του τον ελληνισμό τόσο του κράτους της Ελλάδας όσο και αυτόν της διασποράς, η φωνή του οποίου χάνεται κάπου στο δρόμο ή στην καλύτερη περίπτωση φιλτράρεται μέσα από ένα περίεργο μείγμα ελληνικών οικογενειακών ηθών της δεκαετίας του ’50 μαζί με στερεοτυπικά αναφορικά πρότυπα της μετεμφυλιακής Ελλάδας τα οποία σε μεγάλο βαθμό ακόμα διαμορφώνουν την πολιτική άρθρωση των ομογενών, το γεγονός ότι η πολιτική σκηνή έχει αφεθεί να ρημάζεται από το κοινοβουλευτικό ανέκδοτο των 150+1 βουλευτικών αντιπροσώπων που νομοθετούν απονομιμοποιημένοι θυμίζοντας το ρητό «είπαμε του γύφτου να κλάσει κι αυτός χέστηκε πάνω του», και η διεμβολή των πολιτικών αξιών και του δημόσιου βίου από ένα ρεσάλτο μεταλλαγμένων και καινοφανών αξιών που επίφαση μόνο πολιτικών και δημοκρατικών αξιών συνιστούν, έχουν να καταδείξουν ότι η γενικευμένη διεθνής κρίση που χτυπάει μαζί με άλλες χώρες και την Ελλάδα, αυτήν εδώ τη χώρα σε αυτήν εδώ τη γωνιά του κόσμου θα τη γονατίσει.

Η αδυναμία των ελίτ να προβλέψουν ή ακόμη και να αναγνωρίσουν το ενδεχόμενο ανάδυσης στην Ελλάδα μίας ικανής δεξαμενής ψηφοφόρων –μορφωμένων, οικονομικά ενεργών, πολιτικά αδιάφορων αλλά σίγουρα όχι κοινωνικά περιθωριοποιημένων (όπως πολλοί έσπευδαν να διαβεβαιώνουν), που ήταν διατεθειμένοι να στηρίξουν εκλογικά μία άκρα και λαϊκιστική δεξιά με προσβάσεις στα μίντια, επικαιροποιημένο πολιτικό λόγο και ενθουσιασμό στο Κοινοβούλιο, όπως είναι η διαβόητη Ιερά Συμμαχία των Καρατζαφέρη, Βορίδη, Γεωργιάδη, Πλεύρη και των τηλεοπτικών ιπποκόμων τους, Κυριάκου Βελόπουλου και Δημοσθένη Λιακόπουλου που χειραγωγούν με τον εξυπνότερο και άρα τον πιο επικίνδυνο τρόπο το κοινό πολιτικό αίσθημα μιας χούφτας αγανακτισμένων Ελλήνων -που όμως ήταν αρκετοί για να στείλουν το κόμμα του Λαϊκού Ορθόδοξου Συναρχιδιού στη Βουλή των Ελλήνων, ήταν το πρώτο από μια σειρά δεικτών που ο γραφων μεγαλώνοντας και ενηλικιωνόμενος είχε από πολύ νωρίς διακρίνει σε συζητήσεις του με ανθρώπους του πανεπιστημιακού academia. Διάσημοι ή φερέλπιδες ακαδημαϊκοί όπως ο Αριστοτέλης Τζιαμπίρης του Πανεπιστημίου Πειραιώς, πνευματικό τέκνο του Θεόδωρου Κουλουμπή, αρνείτο συστηματικά να παραδεχτεί το ενδεχόμενο ανόδου μίας πολιτικής ζύμωσης η φαινομενολογία της οποίας στα πρώτα χρόνια του 2000 περιοριζόταν σε φαιδρές και κορωνίζουσες τηλεοπτικές εκπομπές και ακόμα περισσότερο σε φαιδρά και στοιχειωμένα «συνέδρια» σε αίθουσες «κατάμεστες» από εκδρομικά καπή και γυρολόγους της πέριξ της πλατείας Ομονοίας περιοχής.

Ο δε Νίκος Κοτζιάς, αποτελεί και αυτός παράδειγμα εμβριθούς πνεύματος με μεγάλη διεισδυτική ικανότητα, ο οποίος όμως και αυτός απορροφημένος στην ιδεολογική κατασκευή ενός εγχειριδίου οδηγιών προς ναυτιλομένους βάσει του οποίου κατά τον ίδιο οφείλει να πλεύσει η νέα και προοδευτική μορφή της «άλλης» παγκοσμιοποίησης, ήταν ίσως πολύ απορροφημένος με τα διεθνή για να παρατηρήσει τα αυτονόητα που εκτυλίσσονταν στα καθ’ημάς. Λόγιοι άνδρες ποικίλων ιδεολογικών ή πνευματικών αποχρώσεων όπως ο Θάνος Βερέμης, ο Χρήστος Γιανναράς, ο Κωνσταντίνος Τσουκαλάς, ο Νίκος Μουζέλης, ο Στέλιος Ράμφος, ο Κώστας Ζουράρις, ή ακόμα και πρώην «ενεργοί» πολιτικοί όπως ο Κώστας Σημίτης, ο Αναστάσιος Πεπονής, ο Αλέκος Παπαδόπουλος ή ο Μιλτιάδης Έβερτ, αφοσιωμένοι στις ενδο-ακαδημαϊκές, εξω-ακαδημαϊκές, ή αυστηρά ακαδημαϊκές ασχολίες, ή στις ενδο-πολιτικές, εξω-πολιτικές, παρα-πολιτικές ή αμιγώς «πολιτικές» ασχολίες, σίγησαν με πρωτοφανή κρότο, υποβοηθώντας ακούσια τη σύσταση ενός πρωτοφανούς κενότητας αλλά μεγάλης χωρητικότητας «σκληρού δίσκου» του συλλογικού κοινωνικού φαντασιακού των Ελλήνων μέσα στο οποίο θα εγγράφονταν έκτοτε οι πομφόλεγες περί εξωγήινης (και άρα ανώτερης) καταγωγής των Ελλήνων ή ότι πόλεμος στον Κόλπο έλαβε χώρα προκειμένου να αποσφραγιστούν τα πηγάδια που οδηγούν στα έγκατα της γης μέσα στα οποία είχε φροντίσει να κρατήσει κλειδωμένους τους Υποχθόνιους ο Μέγας Αλέξανδρος. Υπ’αυτήν την ένννοια είναι παρήγορη η σκέψη ότι ο Μέγας στρατηλάτης μπορεί να είναι σλαβομακεδονικής καταγωγής αφού μονάχα οι Σλαβομακεδόνες του κρατιδίου των Σκοπίων μπορεί να είναι τόσο μαλάκες ώστε να πιστεύουν τέτοιες ανοησίες συνοδευόμενες από πολλές άλλες που μάλιστα δεν παραλείπουν να υποστηρίζουν στα διεθνή fora.

H ακούσια συνέργεια της ελληνικής διανόησης στην πτώση του ήδη εκπεσόντος νεοελληνισμού, αποτυπώθηκε πέραν των προφανών πολιτισμικών ζητημάτων που τίθενται πρώτα στην ατζέντα, και στο πεδίο εκείνο που παραδοσιακά θεωρούσαμε ότι ο νεοέλληνας έχει την τιμητική του και ότι διαπρέπει ακριβώς επειδή είναι ελληναράς. Το πεδίο της ρεμούλας, της κομπίνας και της ιδιοτέλειας. Οι πνευματικοί και πολτισμικοί ταγοί του τόπου μας, στην απέλπιδα και αποσπασματική τους προσπάθεια να εμφυσήσουν στον έλληνα αξίες που το εκπαιδευτικό και πολιτικό σύστημα έχει ομολογουμένως αποτύχει να προάγει, δημιούργησαν ένα υβριδικό είδος πολίτη, αυτόν που μάχεται να επιπλεύσει και να διάγει βίο ενάρετο αλλά τελικά χύνει την καρδάρα με το γάλα και τελικά μεταμορφώνεται σε έναν πλιατσικολόγο του δημοσίου πλούτου καταλήγοντας να τα παίρνει κάτω από το τραπέζι και να προδίδει αυτούς που τον στήριξαν , αυτούς που τον πίστεψαν, αυτούς που τον ψήφισαν. Το γεγονός ότι πλήθος σκανδάλων έρχονται στη δημοσιότητα από την εποχή που η νέα δημοκρατία πήρε την εξουσία, εκτός από το προφανές του πράγματος που είναι ότι δεν ασκεί έλεγχο ή/και λογοκρισία στα μεγαλοεκδοτικά και δημοσιογραφικά συγκροτήματα στην έκταση και τον βαθμό που παραδοσιακά βρίσκεται ο μέσος όρος επιδόσεων του πασόκ στο αντίστοιχο «άθλημα», αποδεικνύει ότι πλήθος στελεχών της δημόσια διοίκησης όχι μόνο είναι προαποφασισμένοι να κάνουν αρπαχτές, αλλά είναι και ανίκανοι να το κάνουν χωρίς να τους πιάσουν, αποδεικνύοντας έτσι πόσο περισσότερο malakas μπορεί να γίνει ένας ξεπεσμένος λαός που δεν μπορεί να υπηρετήσει με συνέπεια κανένα συμπεριφορικό υπόδειγμα (behavioral paradigm).

Στην ελικοειδή δίνη του σπιράλ της παρακμής έχουν αποφασιστικά συμβάλλει και οι δυνάμεις της αριστεράς. Το Κομμουνιστικό Κόμμα που κρατάει μία «συνεπή» γραμμή όλα αυτά τα χρόνια, όπως μάλιστα του αναγνωρίζουν και όσοι δεν ανήκουν στις τάξεις του, είναι απόλυτα συνεπές στη γραμμή του να υπερασπίζεται με ηλιθιότητα παρωχυμένες αντιλήψεις όπως είναι για παράδειγμα η «εργατική» αλληλεγγύη σε εργαζομένους της νοοτροποκάστας του δημοσίου τομέα, που πλέον ξύνουν τα παπάρια τους με κασμά γιατί η τσουγκράνα αφήνει κενά ή ακόμη η εργατική αλληλεγγύη και πολιτική υποστήριξη προς άγραν κομματικής πελατείας σε πάσης φύσεως διεκδικητές μονιμοποιήσεων σε προβληματικούς τομείς του δημοσίου (πες μου κάποιον που να μην είναι), και ανεπίκαιρες αυξήσεις μισθών ή καταγγελίες απολύσεων σε καταρρέουσες ιστορικές επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα που απετέλεσαν δείγματα της ελληνικής εταιρικής εφευρικότητας και όχι του παγκόσμιου συνωμοτούντος πολυεθνικού καπιταλισμού που οι ίδιοι αγαπούν να στηλιτεύουν ενώ νοηματοδοτούνται, εργάζονται και επικαιροποιούν την ύπαρξη τους δι’αυτού. Αυτό επισημαίνει την αναντιστοιχία της πολιτικής τους σκέψης με την πραγματικότητα, ενώ κάθε φορά που επιχειρούν να μιλήσουν περί του αντιθέτου, παραβιάζουν πλέον καταφανώς την βίντγκεσταϊνική αρχή που διατυπώθηκε στο tractatus logico-philosophicus, όπου ο μέγας διανοητής με τον οποίο διατηρώ σχέση πλείστων επιφυλάξεων είχε την παρρησία να πει ότι «κάθε τι που δεν λέγεται, δεν αξίζει να ειπωθεί».

Οι δε τάξεις της ανανεωτικής αριστεράς του Συνασπισμού, κουβαλώντας στο δισάκι τους την υποστήριξη του Μααστριχτικού οράματος για μία καπιταλιστική Ευρώπη, αφού σηκώθηκαν από το ντιβάνι του ψυχαναλυτή και αποφάσισαν να ηγηθούν της μέχρι άλλοτε πολυδιασπασμένης εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς, συνενωμένης υπό την σκέπη της συριζικής συγκατοίκησης, δημιούργησαν περισσότερα προβλήματα από όσα η ατελώς εξωστρεφής αύρα του κόμματος μπόρεσε να επιλύσει, αφού τους προίκισε αρχικά με στοιχειώδεις ικανότητες διαπροσωπικής και κομματικής κοινωνικοποίησης που τελικά φαίνεται ότι παραχώρησαν τη θέση τους στο φατριασμό και τα συντροφικά μαχαιρώματα. Στα πάνω του ο Σύριζα, μεταμορφώνεται σε πρόταση εξουσίας. Στα κάτω του είναι μία συνάθροιση από ανερμάτιστους new age καιροσκόπους που λένε παρλαπίπες. Όπου λαλούν πολλοί κοκκόροι αργεί να ξημερώσει, λέει ο λαός.

Κλείνοντας αυτό που θέλω να πιστεύω ότι είναι και δική μου ομολογία ενοχής όχι ως Τίμου Ράδη αλλά ως (real name), πρέπει να επισημάνω ότι και εγώ o ίδιος στον βαθμό που μου αναλογεί έχω βοηθήσει με τον ένα ή τον άλλο τρόπο όλα τα κόμματα που προανέφερα να βρεθούν στο σημείο που έχουν βρεθεί. Υπήρξα εν μέσω ενός ανταγωνιστικού περιβάλλοντος φιλικά συνδεόμενος με στελέχη του πασόκ, συμμετείχα υπό την ευρεία έννοια στο πελατειακό κράτος της νέας δημοκρατίας, υπήρξα συνεργαζόμενο μέλος του κομμουνιστικού κόμματος σε κοινούς αγώνες, προήγαγα τον συνασπισμό σε επίπεδο προπαγάνδας σε ιδεολογικούς καφέδες με διάφορους φίλους, χειροκρότησα το πείραμα του σύριζα και συμμετείχα κινηματικά υπό την ευρεία έννοια, αναμένοντας να δώσω ακόμα και την ψήφο μου όταν θα ερχόταν η ώρα της αναγωγής του κινήματος σε πρόταση εξουσίας, ψήφο που άλλωστε είχα ήδη δώσει άπαξ στο ΛΑΟΣ, παραβιάζοντας πνευματικές διαθήκες και ερχόμενος σε συναισθηματική σύγκρουση με τα πεπραγμένα του αγαπημένου μου παππού του μπάρμπα-Γιαννό που υπήρξε μέλος της Εθνικής Αντίστασης, «συρματένιος» στη Μέση Ανατολή και δις εξόριστος στην ζωή του.

Η πολιτική και η ενασχόληση με τα κοινά είναι μία σοβαρή υπόθεση και ως τέτοια πρέπει να την εκλαμβάνουμε. Πρέπει όλοι να κάνουμε την αυτοκριτική μας, και να βγάλουμε στο φως τις αδυναμίες μας, τις αδυναμίες εκείνες που εντέλει φορτώνονται πάνω στο σύνολο. Γιατί κανένας δεν ορίζεται ατομικά, αλλά μόνο σε σχέση με τον άνθρωπο που έχει απέναντι του. Πρέπει να μετακινηθούμε φιλοσοφικά από το αριστοτελικό ζώον πολιτικόν, σε αυτό που στο εξής θα πρέπει να ονομάζουμε, πολιτικό πρόσωπο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου